” Σώμα μου
Άχρωμο και μαραμένο,
Συγχώρεσέ με, που αποφάσισα να διαμαρτυρηθώ πια σε σένα, αλλά ξέρεις κατοικώ μέσα σου αρκετά χρόνια και θα συνεχίσω να κατοικώ για άλλα τόσα, όσο ορίζει το σχέδιο του Δημιουργού, όσο ορίζουν τα νήματα των Αγγέλων.
Τα ταξίδια μου μακρινά στα περάσματα των αιώνων και οι αποσκευές μου βαριές, μ’αυτά που μεταφέρω.
Νιώθω,να μην ανήκω εδώ, μου λείπει η εστία μου και θλίβομαι, απογοητεύομαι και η μοναξιά μου είναι τόσο μα τόσο ανυπόφορη εδώ, έτσι αποφάσισα να σου μιλήσω, να σου ουρλιάξω, να σε ταρακουνήσω μ’ αυτήν την επιστολή.
Το μελάνι μου, είναι το αίμα της καρδιάς σου, και οι λέξεις μου δονούνται μέσα από τα δικά σου ξεχασμένα όνειρα, τις πλάθω με κάθε φλέβα σου και με κάθε κύτταρό σου.
Άλλοτε ορμητικές σαν χείμαρροι και άλλοτε σαν ταραγμένες λίμνες ξεβράζονται από τα δάκρυα που με θρέφεις, ίνα ίνα τις τραβάω και τις ανασύρω μέσα από κύματα θεόρατα, που με πνίγουν, που με βυθίζουν και με παρασύρουν στους ανεμοστρόβιλους των σκέψεών σου.
Τι σημασία έχει αν είμαι άϋλη και άπιαστη, βουλιάζω.
Βλέπω να ξεχνάς το διψασμένο σου σώμα, και άλλοτε να το φροντίζεις, να στολίζεσαι και να μοιάζεις σαν τριαντάφυλλο ανθισμένο και άλλοτε σαν καρνάβαλος σε Διονυσιακή γιορτή, να κρύβεις για λίγο την μελαγχολική θλιμμένη σου όψη, και να ξεγελάς εμένα, τους γύρω σου, ακόμα και εσένα το ίδιο.
Περιφέρεις την παρουσία σου, μέσα στην ίδια σου την ανυπαρξία που εσύ διάλεξες, ξεχνώντας να κοιτάξεις τον ήλιο κατάματα που ακτινοβολεί εκεί ψηλά και τα μάτια σου, γέμισαν λάσπη, θάμπωσαν και τα βλέφαρά σου κρέμασαν σαν ξεχαρβαλωμένοι παλιάτσοι.
Τα μάτια σου
Εκείνα που είναι πύλες μου, εκείνα που μαρτυρούν εμένα την ίδια, εμένα την ψυχή σου, λάσπωσα και εγώ μαζί τους, χάθηκα στις τρικυμίες σου και στις νηνεμίες σου, στα αρχιπέλαγα σου, βούλιαξα στην ίδια σου την ανυπαρξία, που εσύ επέλεξες να ζεις και χάθηκα.
Τα μάτια σου που σκοτεινιάζουν με κάθε συναίσθημά σου, κατώτερο και αρνητικό, κλείνουν τις πύλες μου και με ντύνουν με πέπλο βαρύ, και εγώ ήδη κουβαλάω τα δικά μου ματωμένα φορτία, από άλλα ταξίδια, από άλλες φουρτούνες, από άλλες ζωές.
Σαν τριαντάφυλλο έτσι και εσύ, ντύθηκες και στολίστηκες με πολλά αγκάθια, μέχρι που τα τρυφερά σου φύλλα σάπισαν, τα ρόδινα και πορφυρά σου πέταλα, έπεσαν στη γη σαν μαραμένα, ξεφτισμένα όνειρα και έτσι αυτοτραυματίστηκες, χάραξες και σε μένα νέες χαρακιές στη δική μου υπόσταση όπου σιγά σιγά έχασες το γλυκό άρωμά σου, και εγώ έχασα την δική μου αιθέρια μυρωδιά, εκείνη την Θεϊκή, που ζωντανεύει κάθε κύτταρο του δικού σου κορμιού.
Σε παρακαλώ
Μη, μη μου το κάνεις άλλο αυτό.
Μην πληγώνεις άλλο τον εαυτό σου, μην ματώνεις άλλο εμένα, μην γραντζουνάς τις ήδη πληγές μου που μεταφέρω από ταξίδι σε ταξίδι.
Γνωρίζω κορμί μου, ρούχο μου και στολίδι μου, ότι τα μονοπάτια σου ήταν κακοτράχαλα, έπεσες πολλές φορές, σπάζοντας τα στολίδια μου, ξεσκίζοντας το ρούχο μου, το μάτωσες, το λέρωσες, το πόνεσες.
Σταμάτα όμως τώρα, έφτασε η ώρα να γιατρευτείς,και να κοιτάξεις τον ήλιο εκεί ψηλά, ώστε να λάμψουν αυτά τα μάτια σου και να ανοίξουν οι πύλες μου ξανά.
Σε παρακαλώ κορμί μου
Δώσε λίγη χαρά και σε μένα, φρόντισέ με, δώσε μου φως μέσα από τα μάτια σου, κοιτώντας αυτόν τον ιερό ήλιο για να φωτίσω, να απελευθερωθώ, πλήρως, ολοκληρωτικά και τέλεια.
Φρόντισε με, να ζήσω σ’αυτήν την γήινη ύπαρξη, από δω και πέρα, χωρίς να ματώνω, χωρίς να αγκομαχώ, ξεκούρασε με, για να ανθίσω και πάλι, όπως εκείνο το τριαντάφυλλο που κρύβεται κλειστό, στο κέντρο της καρδιάς σου και αναμένει μια πνοή για να ανθίσει.
Κορμί μου, δώσε ανάσα από την ανάσα σου, να γεννηθεί και να αναγεννηθώ και εγώ.
Αγάπησέ με
Εμένα την ψυχή σου, και δώσε μου ζωή από την ζωή σου, ώστε το ταξίδι μου αυτό και στα επόμενα που θα’ρθουν, να κουβαλάω μόνο ζωηρά ροδοπέταλα μαζί μου.
Αγάπησέ με, γιατί εγώ παραμένω αιώνια, μέσα στα σύμπαντα, μέσα στους χρόνους, φρόντισέ με, ώστε πλέον οι αποσκευές μου να έχουν μόνο την ελαφρότητα ενός ροδοπέταλου και να πετάω ανάλαφρη εκεί ψηλά, όταν έρθει αυτή η ώρα.
Άνθισέ με, ώστε η αιθερική μου μυρωδιά, να αναβλύσει και πάλι, ώστε να με συντροφεύει στα ταξίδια των αιώνων και να γλυκαίνει το μοναχικό ταξίδι μου.
Κορμί μου, στο δικό μου τωρινό ταξίδι γίνε συνοδοιπόρος, με αρμονία φως και αγάπη.
Βοήθησε με, ξεκίνα να με αγαπάς από την αρχή, σαν έμβρυο που τώρα γεννιέσαι και πάλι.
Σ ευχαριστώ και Σ’αγαπώ.
Η ψυχή σου ”.
( Νεκταρία Σπυροπούλου )